Πέμπτη 18 Μαΐου 2017

Τεχνικές κατασκευής λίθινων παλαιολιθικών εργαλείων και οι ηλικίες τους στην Νέα Αρτάκη

Λίθινο εργαλείο από την Ν. Αρτάκη, ηλικίας περίπου 120.000 χρ.
κατά τον προϊστοριολόγο Δρα Χρήστου Ματζάνα. (Φωτ. Γιώργος Μίχας)
Aποσπάσματα από την ειδική αναφορά του προϊστοριολόγου Δρα Χρήστου Ματζάνα, που αφορά στις τεχνικές κατασκευής λίθινων παλαιολιθικών εργαλείων και στις ηλικίες τους στην Ν. Αρτάκη.


ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ
ΤΗΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΙΚΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ
ΣΕ ΠΑΛΑΙΟΛΙΘΙΚΕΣ ΛΙΘΟΤΕΧΝΙΕΣ ΤΗΣ ΕΥΒΟΙΑΣ


Χρήστος Ματζάνας

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΕΡΓΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΚΑΙ ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
Πρακτικά επιστημονικής συνάντησης 12.3 - 15.3.2009, σελ. 783-796.

1.Εισαγωγή
Οι νέες προσεγγίσεις στην Αρχαιολογία που συμβάλλουν στη δημιουργία ενός πλαισίου γνώσης σε συ-
σχετισμό και συνάφεια (context) με το περιβάλλον και τη δομή του αντικειμένου, προϋποθέτουν ποσοτι-
κές επιστημονικές διαδικασίες και τεχνικές στην επίλυση των αρχαιολογικών προβλημάτων (Catling-Jones
1979, 221-2). Συμβάλλουν επίσης αποφασιστικά στον εντοπισμό και την ερμηνεία των φαινομένων που δι-
έπουν ένα αρχαιολογικό σύνολο. Η όλη διαδικασία εντάσσεται στο πλαίσιο του μαθηματικού λογισμού και
της Αναλυτικής Αρχαιολογίας (Clarke 1968, 512 κ.ε.), όπου η ποσοτικοποίηση των δεδομένων αποτελεί ση-
μαντικό προστάδιο της επαγωγικής μεθόδου (Mc Glade 2005, 561)1.
Το μέγεθος της πληροφορίας η οποία προκύπτει από την αναλυτική μελέτη των αντικειμένων ενός αρ-
χαιολογικού συνόλου (Clarke 1968, 525), ο ανθρώπινος νους δεν μπορεί να το διαχειριστεί επαρκώς. Τη δυ-
νατότητα αυτή προσφέρει η επιστήμη της Στατιστικής με την εφαρμογή των κατάλληλων μεθόδων ομαδο-
ποίησης και κατηγοριοποίησης των δεδομένων.
Η Παραγοντική Ανάλυση είναι η κατεξοχήν εκπρόσωπος των προηγμένων Πολυμεταβλητών (Multivariate)
στατιστικών μεθόδων2. Ονομάζονται παραγοντικές γιατί, μέσω αλγορίθμων (Cibois 1991, 28), γραμμι-
κής άλγεβρας (Barral – Simone 1976, 34) και άλλων μαθηματικών διαδικασιών, δίνεται η δυνατότητα παρα-
βολής και σύγκρισης των πολλών περιγραφικών χαρακτήρων (μεταβλητών ή παραμέτρων3) μιας κατανομής
(γενικοί πίνακες δεδομένων ή περιεκτικοί πίνακες που συνοψίζουν ήδη την πληροφορία), των οποίων οι συ-
1. Μια δεύτερη φάση στο πλαίσιο της εξομοίωσης προτύπων (Simulation Modeling) είναι αυτή της μορφογένεσης και των
δυναμικών συστημάτων όπου ο Πειραματισμός, ως στοχαστική διαδικασία (Shimada 2005, 615) μπορεί να δράσει βοηθητικά στη
δημιουργία των υποθέσεων (McGlade 2005, 569) και των προτύπων (models), σημαντικών εργαλείων σκέψης, τα οποία είτε ως
ποσοτικά και ποιοτικά πειράματα, μεταφορές, άμεσες αναλογίες ή ομοιότητες αποτελούν σημαίνοντα γνωστικά εργαλεία λύσης
(heuristic) των αρχαιολογικών ζητούμενων (ό.π., 2005, 589-590). Πειραματισμός και ανάλυση ποσοτικών μεταβλητών χρησιμο-
ποιούνται πολύ συχνά στο πλαίσιο της Νέας Αρχαιολογίας (Clarke 1979, 75` πρβλ. Jones – Eiteljorg 1998).
2. Οι κυριότερες παραγοντικές μέθοδοι είναι οι «γραμμικές» (επεξεργάζονται και συγκρίνουν αριθμητικές μεταβλητές)
Ανάλυση Κυριών Συνιστωσών ή Κύριοι Παράγοντες, Ταξινόμηση (Cluster Analysis), και Κανονική, όπως επίσης η Διαχωριστι-
κή Ανάλυση (Discriminant) και η Ανάλυση Ανταποκρίσεων (Analyse de Correspondences). Στις παραπάνω μεθόδους ταξινόμη-
σης υπάρχει ένα δείγμα Ν αντικειμένων χωρισμένο σε g άγνωστες ομάδες. Κάθε αντικείμενο αντιπροσωπεύεται από ένα άνυσμα
(vecteur) μέσα σε έναν ευκλείδειο ανυσματικό χώρο με n διάσταση, όπου n είναι ο αριθμός των χαρακτηριστικών του περιγρα-
φικού συστήματος (Borillo – Ihm 1971, 86). Οι ποσοτικές μέθοδοι είναι μια ‘ζώνη συναλλαγής~ (trading zone) όπου ιδέες αντι-
λήψεις και μέθοδοι μπορεί να αποτελούν το αντικείμενο δανεισμού ανάμεσα σε διάφανες θεωρητικές προσεγγίσεις χωρίς να δα-
νείζουν το σύνολο των αντιλήψεων και το νόημά τους. Επομένως, αν θεωρίες και θεωρητικοί προσανατολισμοί είναι μη συμβα-
τοί μεταξύ τους και υπάρχει αδυναμία σύγκρισης, υπάρχει περίπτωση μερικές μέθοδοι να διακινούνται δια μέσου της ζώνης αυ-
τής και να δίνουν νόημα σε νέες περιοχές εξαιτίας του ποσοτικού ιδιώματος. Στο πλαίσιο αυτό η Παραγοντική Ανάλυση δίνει
με επιτυχία το νόημα των αριθμών που χρησιμοποιούνται στην ανάλυση (Galison 1997, 803-844. Aldenderfer 2005, 536-537).
3. Τα δεδομένα πρέπει να έχουν μια διμεταβλητή κανονική κατανομή για κάθε ζευγάρι των μεταβλητών, και οι παρατηρή-
σεις να είναι ανεξάρτητες. Το πρότυπο ανάλυσης παράγοντα διευκρινίζει ότι οι μεταβλητές καθορίζονται από τους κοινούς πα-
ράγοντες (οι παράγοντες που υπολογίζονται από το πρότυπο) και τους μοναδικούς παράγοντες (που δεν επικαλύπτουν μεταξύ
των παρατηρηθεισών μεταβλητών). Οι υπολογισμένες εκτιμήσεις είναι βασισμένες στην υπόθεση ανεξαρτησίας, ότι δηλαδή όλοι
οι μοναδικοί παράγοντες είναι ασύνδετοι ο ένας με τον άλλον και με τους κοινούς παράγοντες.
υν αυξημένες διαστάσεις, κυρίως πάχος και μήκος, παρουσιάζουν μη εξελιγμένη τεχνική επεξεργα-
σία αλλά αντίθετα εξελιγμένη τεχνολογικά μορφή.   

Λίθινα παλαιολιθικά εργαλεία και εναπομείναντες πυρήνες επεξεργασίας του τοπικού πυριτολιθικού πετρώματος από το Βολέρι (Φωτ. Γιώργος Μίχας)




2. Χρονική κατανομή λίθινων ευρημάτων

Όπως συνάγεται από τα παραπάνω δεδομένα και βάσει της ανάλυσης της ΠΑΚΣ, προκύπτει το γενι-
κό χρονολογικό μοντέλο κατοίκησης της Παλαιολιθικής στην Κεντρική Εύβοια με τα εξής χαρακτηριστικά.
Η Κάτω Παλαιολιθική (τουλάχιστον 118 000 χρόνια πριν)23 που παρουσιάζει το μεγαλύτερο βαθμό συσχε-
τισμού των δεδομένων, χαρακτηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά από την χρήση τοπικών πρώτων υλών. Τα τέ-
χνεργα παρουσιάζουν τις μεγαλύτερες διαστάσεις, οι τεχνικές κατάτμησης και επεξεργασίας είναι οι λιγότε-
ρο εξελιγμένες. Παρουσιάζουν ως επί το πλείστον αυξημένο πλάτος και σε γενικές γραμμές μεγάλο αριθμό
προηγούμενων αποσπάσεων. Η κατάτμηση μάλλον δεν αποσκοπεί στη μέγιστη εκμετάλλευση της πρώτης
ύλης και ικανοποιείται βασικά σε απλά πρωτογενή αποκρούσματα αποσπασμένα με απλές μεθόδους. Βασικό
χαρακτηριστικό των πρώιμων φάσεων της Μέσης Παλαιολιθικής (περίπου 118 000 -75 000 χρόνια πριν ) είναι ότι οι τεχνικές
κατάτμησης και επεξεργασίας σημειώνουν εξαιρετική εξέλιξη. Επίσης περισσότερα αποκρούσματα αποσπώ-
νται με πιο εξελιγμένες μεθόδους και οι διαστάσεις γενικότερα μειώνονται και παρατηρείται κυρίως ένας το-
νισμός του κατά μήκους άξονα. Τα χαρακτηριστικά αυτά μπορούν να ενταχθούν στο πλαίσιο ενός Μουστε-
ρολεβαλλουάζιου. Σε μια ύστερη φάση της Μέσης Παλαιολιθικής (περίπου 75-50 000) διαπιστώνεται σημα-
ντική αύξηση στη χρήση πετρωμάτων μη τοπικής προέλευσης. Γενικότερα υπάρχει καλύτερη εκμετάλλευ-
ση (μεγαλύτερη εξάντληση) των πρώτων υλών αλλά παρατηρείται μια οπισθοχώρηση των τεχνικών κατά-
τμησης και μια ύφεση των τεχνικών επεξεργασίας. Η φυσική τους επιφάνεια παρουσιάζει μεγαλύτερη φθο-
ρά από τα παλαιότερα τέχνεργα η οποία οφείλεται ως επί το πλείστον σε ανακύληση. Η φάση αυτή αντιπρο-
σωπεύεται ιδίως στην περιφέρεια των παλαιολιθικών θέσεων της Κεντρικής Εύβοιας. Πολιτισμικά δεν απο-
κλείεται να ανταποκρίνεται σε ένα Μουστέριο αχελαίας παράδοσης. Η έσχατη φάση της Μέσης Παλαιολι-
θικής (50-40/35 000) και ενδεχομένως μεταβατική προς την Άνω Παλαιολιθική είναι, σύμφωνα με τις ενδεί-
ξεις, η πιο ολιγάριθμη αλλά και πολύ χαρακτηριστική. Τα προϊόντα κατάτμησης είναι αποτέλεσμα εφαρμο-
γής απλών μεθόδων και παρουσιάζουν πολλές προγενέστερες αποσπάσεις. Υπάρχει μια σχετική εξέλιξη στις
τεχνικές κατάτμησης και επεξεργασίας. Προέρχονται ως επί το πλείστον από το επίκεντρο των θέσεων, τη
Ν. Αρτάκη. Δεν αποκλείεται να εντάσσονται σε ένα Μουστέριο με φυλλόσχημες αιχμές χωρίς να αποκλείε-
ται το ενδεχόμενο ενός Μικρομουστέριου. Τα πολιτισμικά υποσύνολα του τέλους της Μέσης Παλαιολιθικής
φαίνεται ότι, με μικρές παραλλαγές, συνεχίζουν να υφίστανται και κατά τη διάρκεια της πρώιμης Άνω Πα-
λαιολιθικής και δεν αποκλείεται να εξελίσσονται σε Σατελπερρόνιου τύπου λιθοτεχνίες. Η Άνω Παλαιολι-
θική (π. 40/35-10 000 χρόνια πριν)24, που εκπροσωπείται σχετικά περισσότερο σε σχέση με την προηγούμενη
φάση, χαρακτηρίζεται κυρίως από προϊόντα ελλιπούς διατήρησης, αλλοιωμένης επιφάνειας, από εξελιγμέ-
νο τύπο φτέρνας και σχετικά αυξημένο πάχος και μήκος. Επανεμφανίζεται και εδώ, με μικρότερη όμως έντα-
ση, η τάση για χρήση εξωγενών πρώτων υλών. Δεν διαπιστώνεται σημαντική εξέλιξη τεχνικών και μεθόδων.


3.Χωρική κατανομή λίθινων ευρημάτων

Βολέρι

Τα μεγαλύτερα αντικείμενα χαρακτηρίζουν κατά κανόνα την παλαιότερη φάση, δηλ. την Πρώιμη, και ως
επί το πλείστον, την Κάτω Παλαιολιθική. Πρόκειται συχνά για εργαλεία ακέραια και με πολλές κατευθύνσεις
προγενέστερων αποσπάσεων. Τα χαρακτηριστικά αυτά εν γένει συνάδουν με το πρότυπο των πυρηνόμορ-
φων εργαλείων της Κάτω Παλαιολιθικής.
Ανιχνεύτηκε επίσης ένα δεύτερο μεταγενέστερο πολιτισμικό στάδιο της Πρώιμης Μέσης Παλαιολιθικής,
με περισσότερο αλλοιωμένα και απλούστερα προϊόντα κατάτμησης. Η πρώτη ύλη είναι κατά κανόνα τοπικής
προέλευσης και οι τεχνικές επεξεργασίας προφανώς ανεπτυγμένες. Μια δεύτερη ομάδα παρουσιάζει εν μέρει
παρόμοια χαρακτηριστικά αλλά επιπλέον φανερώνει καλύτερη εκμετάλλευση πρώτης ύλης μη τοπικής προ-
έλευσης. Είναι προφανώς, εξελιγμένα προϊόντα κατάτμησης, δηλ. φολίδες λεβαλλουά ή λεπιδόμορφα απο-
κρούσματα, με μάλλον μη εξελιγμένο τύπο φτέρνας. Το μικρό αυτό σύνολο φαίνεται να ανήκει σε κάποιο πε-
ριορισμένης διάρκειας επεισόδιο με κύριο χαρακτηριστικό τα εισηγμένα έτοιμα εργαλεία τα οποία οι παλαιο-
λιθικοί νομάδες μετέφεραν από αλλού, τα χρησιμοποίησαν και τα εγκατέλειψαν στη θέση.
Ένα ανάλογο επεισόδιο έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια της Πρώιμης Άνω Παλαιολιθικής. Τα αντικείμε-
να χαρακτηρίζονται από αυξημένο βαθμό αλλοίωσης της επιφάνειάς τους, πρωτογενή τύπο φτέρνας, σώζο-
νται αποσπασματικά, έχουν λίγες προγενέστερες κατευθύνσεις αποσπάσεων, είναι από μη τοπικές πρώτες
ύλες, έχουν αυξημένες διαστάσεις, κυρίως πάχος και μήκος, παρουσιάζουν μη εξελιγμένη τεχνική επεξεργα-
σία αλλά αντίθετα εξελιγμένη τεχνολογικά μορφή.
Τέλος κάποια τέχνεργα ανήκουν στην Ύστερη Μέση Παλαιολιθική. Έχουν εξελιγμένο τύπο φτέρνας και
φανερή είναι η τάση για μονοπολική κατάτμηση και επιμήκυνση των προϊόντων, χαρακτηριστικά που συν-
δυάζονται με χαμηλό βαθμό κατάστασης κατάτμησης κάτι που αποδίδεται στο λατομικό χαρακτήρα της θέ-
σης. Χαρακτηρίζονται επίσης από εξελιγμένο τύπο επεξεργασίας.

Φανερωμένη

Η αύξηση των διαστάσεων συνδέεται με την αύξηση του αριθμού κατευθύνσεων των αποσπάσεων, χα-
ρακτηριστικό παλαιότητας και εφαρμογής αδρότερων τεχνικών επεξεργασίας των εργαλείων. Οι εξελιγμέ-
νοι τύποι φτέρνας που προϋποθέτουν προσεκτική προετοιμασία του πυρήνα συμβάλλουν στην εξαγωγή
ακέραιων τελικών προϊόντων, σχεδόν προσχεδιασμένων εργαλείων, εξαιρετικά προηγμένων. Από την πλευ-
ρά τους, οι ανεπτυγμένες τεχνικές επεξεργασίας, αφορούν ως επί το πλείστον την προαναφερόμενη κατηγο-
ρία. Βάσει σχετικών διαπιστώσεων ανήκουν σε μια εξελιγμένη υπομουστέρια λιθοτεχνία τύπου ατέριας ή σα-
τελπερρόνιας η οποία επιβιώνει για μεγάλο, ίσως, χρονικό διάστημα κατά την Άνω Παλαιολιθική. 






Υποσημειώσεις

23. Σύμφωνα με βάσιμα συγκριτικά στοιχεία (Κόπακα – Ματζάνας 2011, 47. Ματζάνας 2004, 127) ενδείξεις παρουσίας του
ανθρώπου στον ελλαδικό χώρο μπορούν να χρονολογηθούν, τουλάχιστον, ήδη από τις αρχές του Μέσου Πλειστόκαινου, δηλ.
από περ. 700 000 χρόνια πριν και εξής.
24. Διακρίνεται βάσει τυπολογίας σε Πρώιμη (έως περίπου 20 000) σε Ύστερη (έως περ. 14 000) και σε Τελική Άνω Παλαι-
ολιθική ή Επιπαλαιολιθική (έως περ. 10/8 000 πριν). Σύμφωνα με προκαταρτικές ανακοινώσεις στον βυθό του Β. Ευβοϊκού κόλ-
που, σε σημείο μεταξύ Λίμνης και όρους Καντηλιού, υπάρχει κοίλωμα βάθους περίπου 50 μ. και πλάτους 100 μ. Τούτο υποδεικνύ-
ει ενδεχόμενη πτώση μετεωρίτη, περί τα 17.000 π.Χ. Σε μία τέτοια περίπτωση, η καταστροφή της ευρύτερης περιοχής πρέπει να
ήταν τρομακτική. Ίσως αυτός να είναι ο λόγος που τα ευρήματα του τέλους της Άνω Παλαιολιθικής όπως και τα χαρακτηριστικά
εργαλεία (αιχμές με στομωμένη ράχη, μικρόλιθοι) είναι περιορισμένα, συγκριτικά με τις παλαιότερες φάσεις. Παρόμοια έλλειψη
παρουσιάζουν και τα ευρήματα που θα μπορούσαν να χρονολογηθούν στη Μεσολιθική (έως 6800 π.Χ.).

SUMMARY
RESULTS FROM THE APPLICATION OF FACTOR ANALYSIS
ON THE DATA OF PALAEOLITHIC INDUSTRIES FROM EUBOEA
Christos Matzanas


Factor Analysis constitutes an important mathematic tool for the interpretation of archaeological data.
6e factorization is based and it develops globally exceedingly technological and typological, metric or functional,
quantitative or qualitative characteristics. Its most current methode is Principal Component Analysis
(PCA). 6e application concerns as a rule in developed bases of data, as the descriptive parameters of 5250
registrations of 4820 tools from various places of Euboia and consequently was worked out a base of data
which is constituted by 96 Delds. By the above variables were selected 15 for the application of the method. It
showed that the variability of industry is expressed by 5 principal factors. Among them, the Drst one indicates
that the increase of dimensions is related with the directions of removals and from simpler to more complicated
ways of debitage. 6e second component contributes mostly in the interpretation of techniques of debitage
and retouch. 6e third component explains for the most part the origin of raw material.
It was concluded the general model of Paleolithic settlement in Euboia. Lower Palaeolithic is characterized
by the use of local raw material. 6e debitage is rather satisDed basically in primary Jakes extracted
with simple methods. 6e basic characteristic of the early phases of Middle Palaeolithic is that the techniques
of debitage and retouch knew an exceptional development. In a later phase of Middle Palaeolithic is
attested an important increase in the use of rocks of other regions and a better exploitation of the raw materials
but is also observed a regression of techniques of debitage. Culturally may corresponds in a Mousterian
of Acheulean tradition. 6e utmost phase of Middle Palaeolithic and potentially transient to Early Upper
Palaeolithic (probably involved into a Chatelperronian type industry) present, according to the evidence,
a relative development in the techniques of debitage and retouch. Upper Palaeolithic is redisplayed the tendency
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Akurgal Μ. – Kerschner M. – Mommsen H. – Niemeier W.-D., 2002. Töpferzentren der Ostägäis, Archäometrische
und archäologische Untersuchungen zur mykenischen, geometrischen und archaischen Keramik
aus Fundorten in Westkleinasien, ErgänzungsheYe zu den JahresheYen des Österreichischen Archäologischen
Institutes, HeY 3.
Aldenderfer M., 2005. Statistics for Archaeology, στο Maschner – Chippindale 2005, 501-553.
Barone G. et al., 2005. Chemical characterization and statistical multivariate analysis of ancient pottery from
Messina, Catania, Lentini and Siracusa (Sicily), Archaeometry 47 (4), 745-762.
Barral L. – Simone S., 1976. La classiDcation automatique en archéologie préhistorique, Actes du IX Congrès
de l’UISPP, IX, Nice, "èmes spécialisés, A, 32-37.
Bieber A.M. – Brooks D.W. – Harlbottle G. – Sayre E.V., 1976. Application of multivariate techniques to analytical
data on Aegean ceramics, Archaeometry 18 (1), 59-74.
Beier 6. – Mommsen H., 1994. A method for classifying multidimensional data with respect to uncertainties
of measurement and its application to archaeometry, Naturwissenscha$en 91, 546-548.
Binford L.R. – Binford S.R., 1966. A preliminary analysis of functional variability in the Mousterian of Levallois
fascies, American Anthropologist 68 (2), 238-295.
Binford S.R. – Binford L.R., 1969. Stone tools and human behaviour, Scienti%c American 220, 70-84.
Borillo M. – Ihm P., 1971. Une méthode de classiDcation d’objets archéologiques dont la description est structuré
et incomplète, στο Hodson et al. 1971, 85-95. for use of exotic raw material, but an important development of techniques and methods isn’t attested.
Bouroche J.-M. – Saporta G., 1983. L’analyse des données, Que sais-je ? Puf, Paris.
Catling Η. – Jones R. E., 1979. Archaeological Science in Greece, ΑΑΑ ΧΙΙ (2), 221-232.
Chaline J., 1985. Histoire de l’Homme et des climats au Quaternaire, Paris.
Cibois Ph., 1991. L’analyse factorielle, Que sais-je ? Puf, Paris.
Clarke D.L., 1968. Analytical Archaeology, Methuen, London.
Clarke D., 1979. Models and Paradigms in Contemporary Archaeology, στο Clarke D. (ed.), Analytical Archaeologist,
Studies in Archeology, London, 21-81.
Doran J. – Hodson F.R., 1975. Mathematics and computers in Archaeology, Edinburgh.
Freeman L.G., 1978. =e analysis of some occupation >oor distributions from earlier and middle Palaeolithic
sites in Spain, στο Freeman L.G. (ed.), Views of the Past, =e Hague, Mouton, 57-116.
Galison P., 1997. Image and Logic: A Material Culture of Microphysics, Chicago.
Gamble Cl., 1986. "e Palaeolithic Settlement of Europe, Cambridge.
Hodson R., 1971. Numerical typology and prehistoric archeology, στο Hodson et al. 1971, 30-45.
Hodson F.R. – Kendall D.G. – Tăutu R. (eds.), 1971. Mathematics in the Archaeological and Historical Sciences,
Proceedings of the Anglo-Romanian Conference, Mamaia 1970, Edinburgh.
Hodson F.R. – Tyers P.A., 1988. Data analysis for archaeologists: the Institute of Archaeology packages, στο
Rahtz S.P.Q. (ed.), Computer and Quantitave Methods in Archaeology, (BAR -IS 446i), 31-41.
Jones S.C. – Eiteljorg H., 1998. =e Lerna data base experiment, CSA Newsletter 10 (3), 12-15.
Κόπακα Κ. – Ματζάνας Χρ., 2011. Πρώιμα θαλάσσια ταξίδια στο Αιγαίο και την Κρήτη. Σκέψεις με αφορμή
τις εργαλειοτεχνίες αποκρουσμένου λίθου από τη νήσο Γαύδο, Πεπραγμένα Ι2 Διεθνούς Κρητολογικού
Συνεδρίου, Χανιά, 1-8 Οκτωβρίου 2006, τ. Α1., Χανιά, 43-82.
Maschner H. – Chippindale Chr. (eds.), 2005. Handbook of Archaeological Methods, vol. 1, Oxford.
Ματζάνας Χρ., 1998-2003. Τα στάδια της τεχνο-τυπολογικής μελέτης μιας λιθοτεχνίας, Ανθρωπολογικά και
Αρχαιολογικά Χρονικά 5, 22-34.
Ματζάνας Χρ., 2001. Η στατιστική μελέτη και η ερμηνεία των προϊστορικών λιθοτεχνιών βάσει ενός Περι-
γραφικού Λεξικού, στo Η Πολιτισμική πληροφορική στην υπηρεσία της διάσωσης, διαχείρισης, προβολής,
και της κοινωνίας της πολιτιστικής κληρονομιάς, Ηράκλειο, 9-10 Μαρτίου 2001. Πρακτικά διημερίδας,
Ίδρυμα Τεχνολογίας Έρευνας, (http://www.ics.forth.gr/isl/CULTUREnet/index.html).
Ματζάνας Χρ., 2004. Οι χειροπελέκεις: Η ένταξή τους στη γνωστική εξέλιξη του ανθρώπου, η μορφοτεχνο-
λογία τους, τα ελληνικά δεδομένα, Αρχαιολογία & Τέχνες 91 (Ιούνιος 2004), 122-129.
Ματζάνας Χρ., (υπό έκδοση α). Παλαιολιθικές θέσεις της κεντρικής Ευβοίας: μια προσπάθεια προσέγγισης
του προϊστορικού ανθρώπου μέσα από τα εργαλεία αποκρουσμένου λίθου, στο Η Εύβοια κατά την Αρ-
χαιότητα. Όψεις του δημόσιου και ιδιωτικού βίου, Πρακτικά συνεδρίου Χαλκίδα, 7-10 Οκτωβρίου 2004,
Υπουργείο Πολιτισμού, ΙΑ΄ ΕΠΚΑ.
Ματζάνας Χρ. (υπό έκδοση β). Οι παλαιολιθικές λιθοτεχνίες της Νέας Αρτάκης Ευβοίας και της ευρύτερης
περιοχής της, Ανθρωπολογικά και Αρχαιολογικά Χρονικά (32650 λέξεις, 25 στατιστικοί πίνακες, 58 σχέ-
δια και εικόνες).
McGlade J., 2005. Systems and Simulacra: Modeling, Simulation, and Archaeological Interpretation, στο
Maschner – Chippindale 2005, 554-602.
Neustupný E., 1995. Beyond GIS, στο Lock G. – Stančič Z. (επιμ.), Archaeology and Geographical Information
Systems, 133-139.
Oddone M., 2003. Identi cazione della provenienza dei manufatti litici rinvenuti nei siti preistorici di Panicarola
e Norcia (Umbria), Rassegna di Archeologia Preistorica et Protohistorica 20A, 141-149.
Rowlett R. – Pollnac R., 1971. Multivariate analysis of Marmarian La Tène cultural groups, στο Hodson et al.
1971, 46-58.
Shimada I., 2005. Experimental Archaeology, στο Maschner – Chippindale 2005, 603-642.
Slimak L., 2004. Implantation humaines et exploitation des obsidiennes en Anatolie centrale durant le Pléistocène,
Paléorient 30 (2), 7-20.
Tixier J. – Marmier F. – Trécolle G., 1976. Le campement préhistorique de Bordj Mellala, Ouargla, Algérie, Editions
du Cercle de Recherches et d’Etudes Préhistoriques, Paris.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου